fbpx

ΜΑΡΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ – ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΕΣ

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΣΥΝΔΕΣΗΣ – ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΣΗΣ: ΤΙ ΜΑΣ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΜΕ ΒΑΘΙΕΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ ΣΤΕΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ.

Η σύνδεση-προσκόλληση ξεκινάει από την βρεφική μας ηλικία

Αρχικά, όταν μιλάμε για το τραύμα, πάντα έχει αρνητική και οδυνηρή αίσθηση. Αλλά δεν πρέπει να βλέπουμε τους τραυματισμένους ανθρώπους ως ελαττωματικούς ή ανθρώπους απεγνωσμένα κολλημένους. Έχουμε, όμως, την εγγενή ικανότητα να θεραπευόμαστε και να κάνουμε το τραύμα έναν απίστευτο καταλύτη για να εξελιχθούμε και να ωριμάσουμε, αν έχουμε τη σωστή βοήθεια για να το ξεπεράσουμε. Το ανεπίλυτο τραύμα μπορεί να μας οδηγήσει σε σκοτεινά μέρη, αλλά κρύβει μέσα του και πολλή ενέργεια, την ενέργεια που χρειαστήκαμε για να αντιμετωπίσουμε ένα κίνδυνο και δεν εκτονώθηκε. Ο Gurdjieff είχε πει ότι η καλύτερη ώρα για πνευματική δουλειά είναι όταν ο πλανήτης είναι σε αναταραχή. Αν σκεφτούμε την ενέργεια που δημιουργεί το τραύμα κι ευθυγραμμιστούμε με τον πόνο για να βρούμε αυτή την ενέργεια, έτσι ώστε να είμαστε έτοιμοι να το ενσωματώσουμε προς την μεταμόρφωση, μπορεί βασικά να μας οδηγήσει στην μετατραυματική εξέλιξη ή σε μια απίστευτη ωριμότητα. Να μας δώσει την ικανότητα να βιώσουμε πνευματικές καταστάσεις που δεν θα μπορούσαμε να βιώσουμε αλλοιώς.

Το τραύμα έχει δύο πλευρές τριών χαρακτήρων. Ο ένας είναι ο Βούδας, ο άλλος ο Χίτλερ ή ο Στάλιν. Οι δύο τελευταίοι ήταν πολύ τραυματισμένα παιδιά που δεν δούλεψαν ποτέ τα τραύματα τους και τελικά προκάλεσαν πόνο σε όλο τον κόσμο. Η μητέρα του Βούδα πέθανε όταν αυτός ήταν βρέφος και αφού το δούλεψε έγινε η προσωποποίηση της συμπόνιας. Όλοι αυτοί τροφοδοτούνταν από την ενέργεια του τραύματος. Η μεγαλύτερη πρόκληση και το πιο δύσκολο είναι να εναρμονιστούμε με τον πόνο ώστε να μας οδηγήσει προς την μεταμόρφωση και αφού ενσωματώσουμε την μεταμόρφωση να οδηγηθούμε  στην ωριμότητα, την εξέλιξη, την ανάπτυξη, την ανάκτηση της ζωτικότητας μας. Δεν είναι εύκολη διαδικασία. Μπορούμε απλώς να μάθουμε τα σκοτεινά μας μέρη, να τα αποδεχόμαστε και όταν καταφέρουμε να ανοίξουμε ένα παράθυρο να αρχίσουμε να κατευθυνόμαστε προς την θεραπευτική διαδικασία. Όταν το τραύμα είναι μεγάλο χρειάζεται θάρρος και υποστήριξη από ειδικό.

Υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων. Αυτοί που ξέρουν ότι έχουν τραύματα, κι αυτοί που έχουν αλλά δεν το ξέρουν. Είναι η Διπλή Άγνοια που μας μίλησε ο παππούς μας ο Σωκράτης “Δεν γνωρίζω αλλά δεν γνωρίζω ότι δεν γνωρίζω”. Όταν μιλάμε για το τραύμα, σκεφτόμαστε ό,τι πιο φρικτό μπορεί να συμβεί σε κάποιον νωρίς στη ζωή του, όπως σεξουαλική, σωματική και συναισθηματική κακοποίηση,  βία στην οικογένεια, εθισμός στην οικογένεια, ψυχική ασθένεια γονέων, το στρες που υπάρχει, ο θυμός, το διαζύγιο, η φτώχεια, ο ρατσισμός που δέχονται τα μικρά παιδιά. Αυτά είναι τραυματικά. Όμως, αν κατανοήσουμε ότι το τραύμα είναι μια πληγή, σημαίνει ότι μπορεί κάποιος να είναι τραυματισμένος όχι λόγω αυτών καθ’ αυτών των καταστάσεων αλλά επειδή  δεν ικανοποιήθηκαν οι ανάγκες προσκόλλησης του. Οι άνθρωποι μπορεί να πληγωθούν, να τραυματιστούν και με αυτό τον τρόπο. Η σπασμένη ή η ανύπαρκτη σύνδεση είναι αιτία τραύματος. Το τραύμα είναι μια από τις επιπτώσεις κάτι τόσο στρεσογόνου, ανεξάρτητα από το τι το προκάλεσε, που μερικές φορές δεν έχει σημασία. Μας πάει σε ένα βαθύ μέρος όπου χάνουμε την επαφή με τον εαυτό μας, με το σώμα μας, με την πνευματική συνειδητότητα, με τους άλλους ανθρώπους. Χάνουμε την αίσθηση της ενσυναίσθησης, δεν εμπιστευόμαστε κανέναν, είναι ένα καταστροφικό δώρο που συνεχίζει να υπάρχει. Χάνουμε την ικανότητα να είμαστε παρόντες στη ζωή μας. Αν το δούμε ως επιστροφή στον εαυτό μας, στην ικανότητα μας να είμαστε παρόντες, αυτή είναι η αληθινή πρόκληση, ανεξάρτητα από το τραυματικό γεγονός που προκάλεσε την αποσύνδεση. Η προσκόλληση ξεκινάει από τη σύνδεση στη μήτρα και μετά και ο τρόπος που τη θεραπεύουμε μας δίνει την ικανότητα να συνδεθούμε, επειδή η σύνδεση με τον εαυτό μας και με τους άλλους είναι ένας σημαντικός θεραπευτικός παράγοντας για να επιστρέψουμε στην αληθινή ζωτικότητα μας, στον αληθινό μας σκοπό, στην αληθινή μας ικανότητα να συνεισφέρουμε αυτό που πρέπει. Το τραύμα είναι μεγάλος δάσκαλος και μας δίνει μαθήματα στην πορεία όσο κι αν πονάει.

Θα αναλύσουμε τι συμβαίνει στις σχέσεις προσκόλλησης που δεν είναι εμφανώς φρικτές, όμως μας πληγώνουν. 

Η ικανοποίηση των αναγκών πρέπει να ξεκινάει με την κατανόηση των αναγκών που έχουν οι άνθρωποι, ποιες είναι οι ανάγκες των παιδιών, και τι γίνεται όταν δεν ικανοποιούνται σε μια σχέση προσκόλλησης. Τα παιδιά πληγώνονται ακόμη κι αν δεν τους κάνουν κάτι φρικτό. Πολλοί δυσκολεύονται να το κατανοήσουν επειδή θεωρούν ότι μόνο φρικτά γεγονότα συνιστούν τραύμα. Ισχύει, αλλά παραβλέπουμε την πιθανότητα να πληγωθούμε όταν δεν ικανοποιούνται οι ανάγκες προσκόλλησης. Ποιες είναι αλήθεια οι ανάγκες των παιδιών και ειδικά εκείνες που μένουν ανικανοποίητες στην κοινωνία μας;

Ας το δούμε υπό το πρίσμα της ασφαλούς προσκόλλησης, γιατί η ασφαλής προσκόλληση είναι το ιδανικό σενάριο.

Εκεί οι γονείς είναι φυσιολογικά παρόντες, είναι συντονισμένοι κι εναρμονισμένοι με το παιδί, έχουν επαφή δέρμα με δέρμα όταν γεννιέται το μωρό και για όσο μπορούν έπειτα με έναν ασφαλή τρόπο. Ξέρουν εκ φύσεως να είναι προστατευτικοί, ξέρουν εκ φύσεως να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και να στηρίζουν την αυτονομία και την καταλληλότητα της αναπτυξιακής ηλικίας. Δεν μπαίνουν μπροστά όταν το παιδί δεν μπορεί να κάνει κάτι, στηρίζουν την αυτονομία του. Έχουν απλώς αυτή την ικανότητα. Φυσικά, θα υπάρχει και λάθος εναρμόνιση. Κανένας γονιός δεν πρέπει να είναι συνέχεια τέλειος. Δεν γίνεται. Αλλά όταν υπάρχει λάθος εναρμόνιση, το γνωρίζουν και λένε,  “Σήμερα ήταν δύσκολα, όταν ετοίμαζα τα παιδιά για το σχολείο ή δεν απάντησα κάτι ή δεν έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα”.  Το αναγνωρίζουν και επανορθώνουν. Η επανόρθωση είναι σημαντική για την αντοχή της σχέσης, πρέπει να καταλαβαίνουμε ότι κάτι κάναμε λάθος. Θέλω να αλλάξω, να αναγνωρίσω ότι σε πλήγωσα ή απλά προσπαθώ να επανορθώσω κάτι που πήγε λάθος. Γινόμαστε πρότυπα για τα παιδιά. Όταν κάνω τα σεμινάρια, πάντα ρωτά το κοινό, πόσοι άνθρωποι λάμβαναν μήνυμα επανόρθωσης ως παιδιά. 

Αρχικά, σ’ αυτόν τον πολιτισμό γίνονται πολλά που δεν αφήνουν τους γονείς να είναι εναρμονισμένοι. Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό γυναικών στις μέρες μας πρέπει να γυρίσει στη δουλειά δυο μήνες μετά τη γέννα. Οι μελέτες για τις ανάγκες των παιδιών λένε ότι χρειάζονται τους γονείς τους για χρόνια. Όχι για εβδομάδες ή μήνες αλλά για χρόνια, επομένως δεν κατηγορούμε τους γονείς. Αυτό που αναλύουμε είναι η τραυματική επίδραση του πολιτισμού που δεν υποστηρίζει τη γονεικότητα. Ο John Gottman είπε ότι η ευημερία των ενήλικων σχέσεων αυξάνεται κατά 85% με έναν σταθερό βιώσιμο τρόπο, αν μάθουμε να ξεκινάμε ή να λαμβάνουμε επανόρθωση. Υπάρχει μεγάλη ανταπόδοση από τα οφέλη της εκμάθησης αυτής της δεξιότητας. Πως θα φαινόταν αυτό στο πλαίσιο μιας οικογένειας με ένα δίχρονο, όπου εγώ σαν γονιός θα φώναζα στο παιδί. Πως θα ήταν η επανόρθωση σε αυτό το πλαίσιο; Για παράδειγμα, θα μπορούσε να σημαίνει να φέρεις το παιδί στα πόδια σου και να πεις, “Αγάπη μου, μάλλον σε τρόμαξα όταν σου φώναξα και ξέρω ότι έριξες το γάλα, αλλά το καθαρίσαμε, δεν πειράζει, απλά θέλω να σε αγκαλιάσω”.

Η επανόρθωση είναι μια δεξιότητα που μαθαίνεται και είναι πολύ σημαντική. Να βοηθήσεις το παιδί να ηρεμήσει και να επανορθώσεις τον δεσμό, να επαναφέρεις την επαφή. Φυσικά, μερικές φορές θα κάνουμε λάθη.“Συγγνώμη που ταράχτηκα…..” “Πως είσαι;” Πολλοί γονείς έχουν μάθει ότι όταν το παιδί κάνει κάτι που δεν εγκρίνουν πρέπει να αποτραβιούνται από την σχέση, να κάνουν ένα διάλειμμα και να αφήνουν το παιδί να επανέρχεται όταν έχει μάθει να συμπεριφέρεται. Ένα θυμωμένο παιδί πρέπει να κάθεται μόνο του. ΠΟΤΕ!!!!!! Τοξικές συμβουλές δίνονται σε πολλούς γονείς από ειδικούς και αφήνουμε τα παιδιά να κάνουν την επανόρθωση μόνα τους για να έχουν μια φυσιολογική συναισθηματική αντίδραση. Πολλοί δεν καταλαβαίνουν ότι η σύνδεση με τους άλλους μας ρυθμίζει. Έχουμε έναν κοινωνικό εγκέφαλο, το νευρικό μας σύστημα τείνει στη σύνδεση.   

Αν βοηθήσουμε τη σύνδεση να είναι υγιής, λύνονται πολλά άλλα προβλήματα. Δεν μπορούμε να τα απομακρύνουμε από εμάς. Πρέπει να τα κρατάμε συνδεδεμένα και να τους λέμε τι θα λειτουργήσει στο μέλλον, ποια συμπεριφορά θα ήταν πιο χρήσιμη για σένα, αν είναι δικό σου λάθος ή εκείνα, αν συμπεριφέρθηκαν λάθος. Κάθε μέρα κάτι κάνουμε στα παιδιά μας συνεχώς κι αυτό είναι μέρος του τραύματος της καθημερινότητας. Τραυματίζουμε τα παιδιά μας, τα πληγώνουμε χωρίς να κάνουμε κάτι “φρικτό” επειδή δεν καταλαβαίνουμε τις ανάγκες προσκόλλησης ενός παιδιού. Παλιά ήταν σύνηθες να αφήνουν τα παιδιά να κλαίνε μέχρι να σταματήσουν να κλαίνε. Αυτό προκάλεσε πολλά προβλήματα στη κοινωνία μας και ίσως ακόμη προκαλεί προβλήματα. Δεν κατανοούσαν πραγματικά πως να εδραιώσουν και να διατηρήσουν τη σύνδεση με υγιή τρόπο. Αν δούμε τις μελέτες σε ομάδες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών ποτέ δεν άφηναν τα παιδιά τους να κλαίνε. Όταν έκλαιγαν τα έπαιρναν αγκαλιά. Είχαν μικρά δοχεία και τα τύλιγαν στο σώμα τους όταν καλλιεργούσαν τη γη. Διατηρούσαν ζωντανή τη σύνδεση. Οι ιθαγενείς φυλές φαίνεται να το έχουν καταλάβει περισσότερο από τον Δυτικό πολιτισμό, ή όπως αυτοαποκαλούμαστε. Εμείς φαίνεται να έχουμε απομακρυνθεί από πολλά πράγματα που φυσικά, εγγενώς κι ενστικτωδώς λειτουργούσαν πολύ καλά. Παρεμπιπτόντως, ο υπέροχος Dr Benjamin Spock, έχει γράψει για την τυραννία του βρέφους που θέλει αγκαλιά. Είπε ότι ήταν τυραννία από την πλευρά του βρέφους και γενιές γονιών έχουν μάθει να αγνοούν την τυραννία του βρέφους αφήνοντας μόνο του το παιδί.  Από βιολογική άποψη, όταν αφήνεις το παιδί να κλάψει ο εγκέφαλος του παιδιού πλημμυρίζει κορτιζόλη η οποία εμποδίζει την υγιή εγκεφαλική ανάπτυξη. Όταν μπαίνεις σε μια πολύ τραυματική κατάσταση, ο εγκέφαλος δίνει έμφαση στα κομμάτια που σχετίζονται με την απειλή. Ανιχνεύεις γρήγορα τις απειλές ή έχεις μια αίσθηση ότι ο κόσμος είναι επικίνδυνος. Μπορεί κάτι μικρό να σε βάλει γρήγορα σε μια κατάσταση, αν έχεις γεννηθεί σε κοινωνική οικογένεια, όπου οι σχέσεις και η σύνδεση εκτιμώνται και έχουν τις σχετικές δεξιότητες ασφαλούς προσκόλλησης. Τότε τα μέρη του εγκεφάλου, ο προμετωπιαίος φλοιός, τα μέρη που οργανώνονται γύρω από τη σύνδεση, διαβάζουν τα κοινωνικά σημεία για τη σύνδεση, όλα αυτά δεν εξαλείφονται. Επηρεάζει πολύ το πως βιώνουμε τον κόσμο ή τον εαυτό μας στον κόσμο, τι περιμένουμε από τους άλλους. Είναι σημαντικό μέρος του ανθρώπινου ταξιδιού και πρέπει να προσέχουμε πως προχωράμε ως κοινωνία, ως οικογένεια, ως άτομα.

Εύχομαι όλοι οι ηγέτες του κόσμου να μάθαιναν για την ασφαλή προσκόλληση. Νομίζω έτσι θα άλλαζε η κουλτούρα μας πιο γρήγορα αν μπορούσαμε με κάποιον τρόπο να δώσουμε στις οικογένειες μια βιωματική, καλή βοήθεια για το πως να συνδέονται με τα παιδιά από την αρχή. Υπάρχουν τεράστιες θεραπευτικές δυνατότητες εκεί. Όταν οι οδηγίες των γιατρών ήταν το τάισμα των μωρών να γίνεται σε συγκεκριμένες ώρες μεταξύ των γευμάτων, το παιδί δεν μπορει να το βιώσει ως κάτι άλλο πέρα από παραμέληση. Κάποιος δεν είναι εκεί. Ένας τρόπος που συμβαίνει η ανασφαλής προσκόλλησης, είναι από την μεγάλη και συνεχή παραμέληση, ακόμη κι αν απλώς ακολουθεί τις συμβουλές των γιατρών. Τώρα ξέρουμε ότι δεν βγάζει νόημα, αλλά κάποτε το θεωρούσαν σωστό. Έχει τεράστια επίδραση. Αφήνουμε μόνο ένα παιδί σε στρεσογόνες καταστάσεις, ενώ το σύστημα ασφαλούς προσκόλλησης είναι σχεδιασμένο να έχει έναν γονιό ως ασφαλή βάση. Όταν τα παιδιά έχουν στρες, στρέφονται στους γονείς. Με τα μάτια, τα δάχτυλα ή τα λογάκια. Αν ο γονιός δεν αποκριθεί ή δεν καταλάβει τα σημάδια, λόγω του δικού του τραύματος προσκόλλησης το οποίο μεταφέρεται εύκολα από γενιά σε γενιά, τότε το παιδί τραυματίζεται. Το πως είμαστε ως γονείς σχετίζεται με τους γονείς μας, το ανεπίλυτο τραύμα επηρεάζει το πως λειτουργούμε ως γονείς. Όμως όταν ένα παιδί δεν λαμβάνει καμμία αντίδραση και το αφήνουν να προσπαθήσει να τα καταφέρει μόνο του , τότε αυτό του δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα γιατί εξαρτάται αποκλειστικά από τους άλλους όταν είναι μικρό. Μπορούμε να το πούμε “αντιδραστική αυτονομία” γιατί συχνά αποσυνδέονται και επιστρέφουν στην αίσθηση ότι δεν έχουν κανέναν, οπότε γιατί να προσπαθήσουν; Εντέλει παραιτούνται. Δεν προσπαθούν να μιλήσουν ή να βρούν τους γονείς με τα μάτια επειδή έχουν βιώσει ότι ο γονιός δεν είναι εκεί. Όταν είσαι βρέφος και κοιτάς και δεν βλέπεις τον γονιό, είναι τρομακτικό. Δεν είναι απλώς ότι δεν είναι κανείς εκεί, αλλά ότι εξαρτώμαι πλήρως απ’ αυτόν τον άνθρωπο κι αυτός δεν είναι εκεί. Φυσικά, μπορεί να είναι και χειρότερο, επειδή ο γονιός μπορεί να απορρίπτει. Όχι μόνο να μην είναι παρών, αλλά να έχει θυμό ή μίσος.  Η οπτική επαφή είναι πολύ σημαντική. Σήμερα, που τα παιδιά κοιτάνε τους γονείς και αυτοί κοιτάνε μια συσκευή, νιώθουν το ίδιο ότι δεν υπάρχει οπτική επαφή, δεν είναι κανείς εκεί. Οι έρευνες λένε ότι ακόμη κι αν το τηλέφωνο είναι κλειστό κι ακουμπισμένο στο τραπέζι, η οικειότητα μειώνεται κατά 35%. Απλά βγάλτε το εντελώς από το προσκήνιο. Οι συσκευές μας χωρίζουν, δεν μας ενώνουν όπως νομίζουμε. Εθισμός, σωματική και ψυχική ασθένεια και χαρούμενη παιδική ηλικία. Πως συνδέονται; Όταν εξετάσουμε σε βάθος τη ζωή αυτών των ανθρώπων, συνήθως βρίσκουμε μια έλλειψη εναρμονισμού, δηλαδή δεν τους άκουγαν ως παιδιά. Μπορεί οι γονείς τους να τους αγαπούσαν, να είχαν πολλές χαρούμενες στιγμές, αλλά εντέλει τους άφηναν να νιώθουν μόνοι και χωρίς σύνδεση, όταν είχε μεγάλη σημασία. Τείνει να γίνει πλέον επιδημία στην κοινωνία στις μέρες μας παγκοσμίως. Στη θεραπεία ο θεραπευτής δίνει χρόνο για να βρεθεί το βασικό τραύμα σε κάθε μορφή ανασφαλούς προσκόλλησης. Για παράδειγμα, ας αναφερθούμε στην αποφευκτική – απορριπτική. Σε αυτή τα παιδιά απομονώνονται, έχουν μείνει μόνα, έχουν απορριφθεί ή τους μιλάνε μόνο όταν μαθαίνουν μια δεξιότητα. Αναπτύσσεται το αριστερό τμήμα του εγκεφάλου χωρίς να έχουν πρόσβαση στο δεξί τμήμα. Δεν υπάρχει συναισθηματική εναρμόνιση γιατί δεν είναι κανείς παρών να εναρμονιστεί με τις ανάγκες τους. Δεν αναγνωρίζουν τις δικές τους  ανάγκες ή των άλλων, δεν πιστεύουν ότι οι άλλοι μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. Επικεντρώνονται πολύ στον εαυτό τους και αποσυνδέονται από τους άλλους με αποτέλεσμα η αυτόματη αντίδραση στις δυσκολίες είναι να αποτραβηχτούν. Το θέμα είναι πως να αρχίσουν να το νιώθουν στο σώμα τους. Στη θεραπεία προσπαθούμε να κάνουμε κάποιες ασκήσεις σαν την πρόκληση χαρούμενης παιδικής ηλικίας. Λέω κάτι όπως, “Ας δούμε τον κόσμο κι ας φανταστούμε να βλέπουμε ευγενικά μάτια γεμάτα παρουσία να μας κοιτούν.”  Αυτό ίσως φτάνει για να πυροδοτηθεί ένα τραύμα ή να νιώσει καλά, ανάλογα με το πως θα το επεξεργαστεί εκείνη τη στιγμή. Αυτό το μοντέλο το βλέπουμε πολύ στις σχέσεις, δηλαδή αν κάτι πάει στραβά και θεωρούμε ότι είμαστε λάθος, τείνουμε να αποτραβιόμαστε, να αποκοπτόμαστε. Νιώθουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα, δεν θα λειτουργήσει τίποτα. Όσα χρόνια κι αν προσπαθήσουμε να το ξεπεράσουμε είναι αδύνατο γιατί υπάρχει αυτή η δυναμική μέσα μας που θέλει αναγνώριση και κατανόηση από εμάς τους ίδιους και τους άλλους. Στο πλαίσιο μιας σχέσης,  και ανάλογα του είδους της προσκόλλησης που έχει και ο άλλος, θα ήταν πολύ βοηθητικό να καταλάβει ότι δεν μπορώ να βιώσω τα συναισθήματα μου γιατί ποτέ δεν υπήρξε κάποιος  να μου τα καθρεπτίσει υποστηρικτικά και δεν είχα πολλή υποστήριξη για να βιώσω τα δικά μου συναισθήματα. Όταν λέμε στήριξη εννοούμε να δώσουμε χώρο και χρόνο να πλησιάσει το συναίσθημα και να αποτραβηχτεί προσωρινά αντί να αποτραβηχτεί αυτόματα. Αν δεν παίρνει ο άλλος προσωπικά αυτή την συμπεριφορά και καταλάβει τι έχει συμβεί όταν ήμουν παδί μπορεί να έχει την συμπεριφορά που θα επιτρέψει στο άτομο να βιώσει με τον δικό του ρυθμό αυτό που του συμβαίνει. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να γίνει ασφαλής η προσκόλληση και συγκεκριμένοι τρόποι να προτείνουμε μια νέα συμπεριφορά. Υπάρχουν τρόποι να μιλήσεις στον άλλον αν καταλάβεις ότι δεν πρέπει να παίρνεις αυτές τις αντιδράσεις προσωπικά επειδή συχνά προέρχονται από ένα αυθεντικό σχεσιακό πρότυπο από ό,τι του έχει συμβεί ως παιδί. Είναι ωραίο να πω ότι “μπορώ να στηρίξω την πιθανότητα να πλησιάσεις στο συναίσθημα αντί να αποτραβηχτείς αυτόματα, αλλά καταλαβαίνω ότι μπορεί να αποτραβηχτείς προσωρινά”. “Καταλαβαίνω αν θες ένα διάλειμμα. Πήγαινε μια βόλτα για όσο χρειάζεσαι. Όταν είσαι έτοιμος, έλα πίσω. Μπορείς να κάνεις ένα διάλειμμα, αλλά θέλω να με ακούσεις. Μπορώ να στηρίξω την πιθανότητα να πλησιάσεις στο συναίσθημα αντί να αποτραβηχτείς αυτόματα. “Θέλω να είσαι εδώ για μένα. Όταν βλέπουμε με κατανόηση αυτά τα μοτίβα, μπορούμε να κινηθούμε προς την ασφαλή προσκόλληση και να αποκτήσουμε δεξιότητες ασφαλούς προσκόλλησης και για εμάς τους ίδιους και για τις σχέσεις μας. 

Και με την θεραπεία αποκτούμε αυθεντική οπτική επαφή με τους άλλους χωρίς να περιμένουμε πλέον ότι μας κοιτάνε σκληρά. Μαθαίνουμε να αφήνουμε να φύγει ο φόβος και να βλέπουμε το αληθινό βλέμμα στα μάτια κάποιου, που μπορεί να είναι γεμάτο αγάπη. Μετά μαθαίνουμε να το δεχόμαστε γιατί τώρα ξέρουμε τι να το κάνουμε ενώ πριν δεν γνωρίζαμε. Αν δεν έχουμε τον βιολογικό υποδοχέα γι’ αυτό τότε πρέπει να δουλέψουμε με τον εαυτό μας για να μείνουμε παρόντες με όσους ήταν στοργικοί απέναντι μας, επειδή αυτό διέφερε πολύ από την αρχική εμπειρία μας. Με την θεραπεία το άτομο βοηθιέται ώστε να ξεπεράσει τις αυτόματες αντιδράσεις του και να μάθει να τις ελέγχει γιατί δεν φταίει για όλα αυτά. Πρέπει να μάθουμε να αντιδρούμε με τον δικό μας ρυθμό, να πλησιάζουμε αντί να αποτραβιόμαστε ή να καθησυχάζουμε τον εαυτό μας όταν θέλουμε να ζητήσουμε από κάποιον να πάρει τον έλεγχο και να κάνει κάτι για μας. Όπως έλεγε ο John Bowlby, η ασφαλής προσκόλληση είναι βιολογικά στο σώμα μας. Απλά παρεμβάλλονται πολλά που συμβαίνουν και το θάβουμε βαθιά μέσα μας. Όταν ασχοληθούμε στη θεραπεία καταλαβαίνουμε ότι η λαχτάρα να συνδεθούμε είναι αυθεντική και αυτό είναι καλό παρόλο που μέσα μας λέμε ότι αυτό είναι λάθος, ότι θα πάει στραβά και θα μπλέξει. Μετά καταλαβαίνουμε ότι η ασφαλής προσκόλληση, η λαχτάρα να συνδεθούμε είναι πραγματικά αυθεντική. Στο άτομο αυτό πρέπει να δώσουμε χώρο για την ευαλωτότητα του και να είμαστε παρόντες με ευγενικό τρόπο προτού νιώσει κάτι μέσα του να λέει “Πρέπει να βγεις, αποσυνδέσου”. Ν’ αμφισβητήσει την αυτόματη αντίδραση και να αρχίσει να νιώθει τι σημαίνει φροντίδα στη σχέση. Αν κάτι μας αποσπάσει, αν χτυπήσει το τηλέφωνο και το σηκώσουμε, θα δώσουμε ξανά το ίδιο μήνυμα. Πρέπει να είμαστε πολύ ευαίσθητοι για να μην κλείσει την επικοινωνία, όταν κάποιος είναι σε αυτό το σημείο. Αν το κάνουν επαναλαμβανόμενα, συνειδητοποιούν ότι η σύνδεση είναι κάτι καλό. Μπορεί να εμπιστευτεί κάποιον, ικανοποιεί τις ανάγκες του, μπορεί να τον αγαπήσει, μπορεί να είναι παρών. Έτσι μεγαλώνει η ικανότητα μας να αγαπάμε. Υπάρχει περισσότερη ευημερία, νιώθουμε πιο αυθεντικοί. Πολύ σημαντικό για μια σχέση είναι να αναγνωρίσουμε το δικό μας στυλ προσκόλλησης ή το στυλ προσκόλλησης αυτών με τους οποίους έχουμε σχέση ή να μη θεωρούμε ότι είναι δικό μας λάθος ή δικό τους λάθος που έχουν αυτό το στυλ, αλλά να αναγνωρίζουμε το στυλ με συμπόνια και να το βλέπουμε με κατανόηση, αυτό από μόνο του είναι θεραπευτικό. Πολύ σημαντικό επίσης είναι να καταφέρουμε να μάθουμε να αναγνωρίζουμε την αυθεντική προσκόλληση ή το σύστημα φροντίδας στον εγκέφαλο μας που είναι ο αυθεντικός μας εαυτός και είναι μια εγγενής ιδιότητα όλων των ανθρώπων. Όταν αναγνωρίζουμε ότι είναι ο αληθινός μας εαυτός και δεν μπερδεύουμε τον εαυτό μας με τα μοτίβα του τραύματος ή τα στυλ προσκόλλησης, εκεί γίνεται η θεραπεία. Έτσι, έχουμε το κουράγιο να δουλέψουμε με αυτές τις καταστάσεις όπου νιώθουμε πόνο και να βρούμε αυτό το κομμάτι με έναν ειδικό, να μιλήσουμε σ’ αυτό το μέρος για να βρούμε τι χρειάζεται, τι λείπει και να συντονιστούμε, να εκπροσωπήσουμε την πρωταρχική φιγούρα προσκόλλησης ή την ενέργεια ασφαλούς προσκόλλησης για να δούμε τα νεότερα πληγωμένα κομμάτια μας και να ικανοποιήσουμε την ανάγκη. Να φέρουμε την προστασία ή την καλοσύνη ή την στοργική επαφή, ένα αυτί που ακούει ή μια ενσυναίσθηση έτσι ώστε να αρχίσουμε να το νιώθουμε από μια νεαρότερη ηλικία κι έπειτα να γίνεται αυτόματα, επειδή πρέπει το ενήλικο μέρος ενός ατόμου να δείχνει συμπόνια στο νεαρότερο μέρος. Όταν γίνεται η θεραπεία, είναι δύσκολο. Πρέπει να γίνει βιωματικά και με ένα ευαίσθητο τρόπο στην ηλικία που είχε συμβεί το τραύμα. Να στηρίξουμε τους ανθρώπους για να μπορέσουν να αντέξουν τον πόνο επειδή μπορεί να είναι πολύ οδυνηρό. Σαν θεραπευτές πρέπει να δώσουμε αρκετή βοήθεια για να μην αποτραβηχτεί ο θεραπευόμενος και να μπορέσει να αντέξει καθώς το βιώνει και τελικά να το ενσωματώσει, να βρει το θάρρος να πάει στα πρώιμα στάδια των πληγών. Αν σκεφτούμε το τραύμα ως σπασμένη σύνδεση, τότε μπορούμε να βοηθήσουμε τους άλλους να νιώσουν τη σύνδεση με τον εαυτό τους και τους άλλους. Η ενίσχυση αυτής της σύνδεσης μπορεί να είναι πολύ θεραπευτική για όποιο τραύμα κι αν αντιμετωπίζουμε. Δεν είναι απλό αλλά μπορεί να συμβεί γιατί έχουμε εγγενώς την ασφαλή προσκόλληση με το μέρος μας. Βιολογικά είμαστε προ-κοινωνικοί και μερικές φορές υπάρχει ένα χάος και δυσκολευόμαστε να το ξεκαθαρίσουμε, αλλά είναι εκεί. Ο ουσιαστικός μας εαυτός.

Όταν νιώθεις άβολα με την άμεση οπτική επαφή και δεν καταλαβαίνεις γιατί, όταν αγκιστρώνεσαι στην κριτική ή την επιθετική ενέργεια που τη βλέπεις ακόμη και σε ένα στοργικό βλέμμα τότε κάτι δεν έχει πάει καλά την εποχή που ήσουν παιδί και δεν συνδέθηκες σωστά με τους γονείς σου. 

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *